Σιωπή....μουσική.....αγανάκτηση....αντίσταση....σκάστε.....ψέματα.....φεύγω......μένω.....
αγώνας.....παραίτηση......μίσος.....εγωισμός....κώφωση........πολυφωνία.....αίμα ,,,,εκδίκηση....
έγκλημα.....ένοχος.....αθώος,,,,, κούραση......
λέξεις στον αέρα με ένα χάος απόσταση ανάμεσα τους,
ένας παράξενος πύργος της Βαβέλ ορθώνει ανάστημα μπροστά στο κάθε τι ανθρώπινο, ξεγελάει ακόμη και τον πιο σοφό πάνω σε τούτο τον τόπο. Κάποιοι έχουν εκπαιδευτεί να χειρίζονται τους πολλούς και οι πολλοί έχουν εκπαιδευτεί να χαρίζουν την ζωή τους στους λίγους με αντάλλαγμα μια πραγματικότητα που βολεύει, μα δεν βολεύει τούτο τον τόπο, δεν μπορεί τούτος ο τόπος να αντέξει το αίμα, δεν μπορεί να το απορροφήσει πια, δεν μπορεί να χαθεί μέσα στα ποτάμια και τις θάλασσες, έχει πια κουραστεί.. Έχει κουραστεί να προσφέρει ζωή και να του ανταποδίδουν θάνατο, δεν μπορεί να είναι ένας μικρός παράδεισος που βλέπουν κόλαση οι τυφλοί, έχει κουραστεί να ανταμείβει με όλου του κόσμου τα αγαθά την ανθρώπινη ανοησία.Δεν ξέρω αν θα μου ξαναμιλήσει, δεν ξέρω αν θα μπορέσω να τον αντικρίσω ξανά και να σταθώ απέναντί του. Ναι κάπου κάπου τα λέμε, προσπαθώ να ακούσω την άλλοτε βροντερή του φωνή που τώρα έγινε ψίθυρος στα αυτιά μου, προσπαθώ να τον κοιτάξω στα μάτια μα ντρέπομαι, ντρέπομαι για την κάθε υπογραφή ανθρώπινης βλακείας πάνω στο κορμί του, δεν μπορώ να γιάνω καμία από τις πληγές του. Πονάει ο τόπος μου, κλαίει ο παράδεισός μου, προσπαθώ, του λέω σήμερα το πρωί, προσπαθώ να σκαρφαλώσω στις απάτητες κορφές σου να γίνω χιόνι μπας και παγώσω μαζί με την αλήθεια εκεί ψηλά.
Δύσκολα, ως αδύνατον να βρεις κορφή πάνω στο κορμί μου που να μπορείς να κρυφτείς, οι φωνές αντικρούονται από την κώφωση σας και έρχονται απεγνωσμένες πάνω στις κορφές, γαντζώνονται στα κλαδιά και περιμένουν κάποιο αγέρι να τους ταξιδέψει σε κάποιου τυφλού την φωλιά.
Οι τυφλοί δεν ακούν πια και οι κουφοί μόνο μιλάνε, έτσι βολεύει, έτσι βασιλεύει το σκοτάδι, έτσι γίνεται η κάθε αγάπη σύννεφο μακρινό, έτσι ο κάθε λογής ανόητος από το βασίλειο της απληστιάς νομίζει πως έχει κατακτήσει τούτο τον τόπο, ζει μια παραίσθηση της αθανασίας μέχρι να δει το δικό του αίμα να παίρνει το μονοπάτι του Άδη, μα μέχρι να το δει παραμένει ένας κουφός άρχοντας του τίποτα που μιλά μπροστά σε τυφλούς που αρνούνται να ακούσουν.
Και να που σιγά σιγά ζυγώνω στην κορφή μπας και δω μια σύγχρονη Βαβέλ από ψηλά, μήπως και τύχει να χαθώ μέσα στην ασημαντότητά μου και έστω για λίγο γίνω ένα τίποτα και σαν τίποτα ίσως μπορέσω να νιώσω το μαρτύριο του τόπου μου πιο καθαρα. Ναι το μαρτύριο χρειάζεται να γίνει δικό μου, πρέπει, ναι πρέπει να γίνω ένα μαζί του, όχι για να βρω μια λύση, αυτές έχουν γίνει σκιές εδώ και αιώνες, όχι για να σώσω κάτι, μόνο να νιώσω τον πόνο του θέλω, να μου δώσει για λίγο τα μάτια του μπας και μπορέσω να κατανοήσω το μέγεθος της προδοσίας απέναντι στον τόπο μου, την προδοσία απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό.
Έλα κάθισε μου λέει και αρχίζω να τρέμω από αγωνία, ακούω την καρδιά να χτυπά δυνατά και άστατα, μα αυτός γέρνει ένα πλάτανο και με παίρνει αγκαλιά, με σφίγγει μέχρι να χαθεί από τα αυτιά μου ακόμη και ο ήχος του αέρα, με σφίγγει μέχρι που η φωνή του γίνεται η μία και μοναδική που στην πρώτη της λέξη ταλαντεύομαι σαν χορδή μέσα στο όλο.
Άκου με γιε μου, μου λέει, ήθελες να σου δώσω τα μάτια μου για να δεις, ήθελες να σου δώσω τον χτύπο της καρδιάς μου για να νιώσεις όλη την έκσταση του πόνου, μα δεν γίνεται να αντέξει άνθρωπος απέναντι σ΄ αυτό που έζησα, απέναντι σ΄ αυτό που νιώθω αιώνες τώρα. Προσπάθησα να κρατήσω όλη την σοφία της ζωής ζωντανή την ώρα που εσείς σκοτώνατε την κάθε ανθρώπινη φωνή που την μετέδιδε. κάποιοι χτίσανε μνημεία για να μην ξεχαστεί ποτέ η ιστορία, μα εσείς προσπαθήσατε να ξεχάσατε και γίνατε απόκληροι της ίδιας σας της ράτσας. Κράτησα ζωντανούς όλους τους θεούς και δαίμονες που κατα καιρούς υμνούσατε λίγο πριν τους δολοφονήσετε και θέλατε να γεννήσω τον επόμενο που σαν αρνί θα θυσιάζατε μπροστά στο εγώ σας και θέλατε τον επόμενο και ξανά το επόμενο θύμα της αχορταγιάς σας. Μείνατε μονάχοι πάνω στο κορμί μου, τόσο μόνοι και τόσο παράφρονες που νομίζεται πως μπορείτε να με σώσετε την ίδια στιγμή που με σκοτώνετε, την ίδια στιγμή που καταριέστε το όνομά μου ορκίζεστε στις παρανοϊκές ιδέες του εαυτούς σας, του εαυτού που έχασε την ταυτότητα του εδώ και αιώνες. Την ίδια στιγμή που αρνείστε να ζήσετε στον παράδεισο του κορμιού μου τάζετε κάποια κόλαση που να μοιάζει στην μορφή σας και ίσως τελικά μονάχα αυτό να σας αξίζει, μια κόλαση βγαλμένη από την ίδια σας την διαστροφή και νομίζετε πως είναι τόσο δυνατή η διαστροφή σας που μπορείτε να καταστρέψετε ένα παράδεισο για να αποδείξετε την ανούσια ύπαρξή σας.
Χαμηλώνει λίγο την φωνή του και μια ανάσα ανακούφισης διαπερνά την ασήμαντη παρουσία μου πάνω σε μια κορφή του τόπου μου και λίγο πριν με παραδώσει στην δική μου οχλαγωγία του πολιτισμού μου, μου λέει : κάποτε ίσως ανακαλύψετε πως κάτω από το εγώ σας κρύβετε ένας απέραντος παράδεισος και η πόρτα πάντα είναι μισάνοιχτη και περιμένει αυτόν που θα γυρίσει να την δει, οι άλλοι απλά θα χτίζουν ακόμη ένα σκοτάδι του εγώ τους..............
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου