Σελίδες

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2013

Το ταξίδι της ψυχής ενός ναρκωμανή. κεφ. 11



γράφει ο Άκης κουστουλίδης

Το νησί των σκοτωμένων από αγάπη
                                                                    
Από την πρώτη στιγμή που πάτησε το κορμί μου στο νησί των σκοτωμένων από αγάπη η ψυχή μου έτρεμε από τον φόβο. Δεν ήταν η ιδέα του θανάτου που την φόβιζε αλλά ο τρόπος με τον όποιο θα έρθει.
Δεν την τρόμαζε που το ταξίδι θα τελείωνε πρόωρα ούτε που θα γυρνούσε στο απόλυτο άγνωστο απλά ένιωθε πως κάποιος ή κάποια δύναμη την καταράστηκε να μην γνωρίσει ποτέ την αγάπη.
Την θύμωνε το πιλοτήριό της που εμπιστεύτηκε αυτή την χρυσή σκόνη.
Μισούσε ακόμη και το όνομα της η ψυχή μου και όσο πιο πολύ κατανοούσε το πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε για να καταλήξει σ' αυτό το καταραμένο νησί, ένιωθε την απόλυτη οργή.
Μπήκε μέσα στο νησί και άρχισε να περιφέρεται χωρίς νόημα και σκοπό παρατηρώντας τα πάντα γύρω της. Το πιλοτήριό μου ήταν πάντα με την χρυσή αυτή καταραμένη σκόνη στο χέρι και δηλητηρίαζε όλη μου την ύπαρξη. Ήθελε πάρα πολύ να αποξυλωθεί από την υλική της ύπαρξη μα ήταν αδύνατο. Η σιωπή ήταν η καλύτερη επιλογή της ψυχής μου και η υπομονή η μεγαλύτερη αρετή. Όσο η σπίθα ήταν αναμμένη η ελπίδα της απόδρασης ήταν ζωντανή παρά τις αποδείξεις για το αντίθετο.
Η χρυσή καταραμένη σκόνη βασίλευε σ' αυτό το νησί και τα νεκρά κορμιά κάνανε σωρούς είτε στα αζήτητα είτε στους οικογενειακούς τάφους. Τα αζήτητα ήταν ένας κόλπος του νησιού όπου πετούσανε τα νεκρά κορμιά που δεν είχαν καμία ψυχή πάνω σ' αυτόν τον κόσμο που θα μπορούσε να τους δεχτεί έστω και νεκρούς. Από την άλλη υπήρχε ένα μικρό λιμάνι όπου ερχότανε οι οικογένειες των νεκρών παραλαμβάνοντας τα νεκρά κορμιά θάβοντας τα στους οικογενειακούς τάφους, αυτή ίσως και να ήταν η καλύτερη τιμητική έξοδος για τις ψυχές μας.
Όσο το πιλοτήριό μου δηλητηρίαζε την ύπαρξή μου η ψυχή μου προσπαθούσε να βρει τρόπους που θα ξυπνούσε την καρδιά της. Η φυλακή ήταν ερμητικά κλειστή και δεν υπήρχε καμία ανοιχτή χαραμάδα που θα μπορούσε να συνδέσει την ψυχή μου με την καρδιά της. Μη έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνει η ψυχή μου άρχισε να ταξιδεύει στο παρελθόν της προσπαθώντας να κατανοήσει τι είχε συμβεί στην πραγματικότητα.
Σκεφτότανε πως δεν είναι δυνατόν να ζήσει μόνο την κόλαση χωρίς να γευτεί τον παράδεισο. Δεν γίνεται να κατανοήσει το μέγεθος της δυστυχίας αν δεν νιώσει ευτυχισμένη. Δηλαδή δεν γινότανε να κρυώσει αν πρώτα δεν είχε νιώσει την ζέστη. Το παρελθόν τής αποκάλυψε πως όλα αυτά τα μετρημένα χρόνια που ταξίδευε πάνω στον υλικό κόσμο έψαχνε την ευτυχία μέσα από υλικά αγαθά και μέσα από άλλες υλικές υπάρξεις. Έψαχνε την ευτυχία μέσα στην επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση αλλά το πιλοτήριο τα χρησιμοποιούσε όλα πολύ εύκολα για τα εισιτήρια στο νησί της ψευδαίσθησης. Όσο δεν βρισκότανε η ευτυχία μέσα στα χρήματα και την αποδοχή της κοινωνίας άλλο τόσο το πιλοτήριό μου έπειθε την καρδιά ότι όλα είναι μάταια και πως μόνο δυστυχία, τιμωρία και θάνατος υπάρχει για την ύπαρξή μου. Τελικά κατάλαβε πως δεν μπορούσε να αγοράσει ούτε μία στιγμή ευτυχίας. Έψαξε η ψυχή μου την ευτυχία μέσα στο νησί του έρωτα νομίζοντας πως μια όμορφη γυναίκεια μορφή θα έκανε όμορφη την ζωή της και θα μοίραζε απλόχερα την ευτυχία. Όχι μόνο δεν έγινε η ζωή της όμορφη και ευτυχισμένη αλλά πρόσθεσε λίγες ακόμη πληγές στην καρδιά της και πλήγωσε και άλλες καρδιές. Όχι μόνο δεν κατάφερε να ξεφορτωθεί τον μανδύα της μοναξιάς από πάνω της αλλά προέτρεψε και άλλη μια ψυχή να τον φορέσει. Ανακάλυψε πως η ομορφιά είναι κάτι που το νιώθεις, δεν είναι ορατή στον υλικό κόσμο.
Άρχισε να κατανοεί πως ποτέ δεν πήρε το τιμόνι η ζωή της από μόνη της και πως όλα αυτά τα μετρημένα χρόνια το πιλοτήριο ήταν αυτό που οδηγούσε την βάρκα. Αυτό ήταν εξαρχής που καθόριζε για το πότε θα χτυπήσει η καρδιά και ποιο θα ήταν το επόμενο λιμάνι. Τρόμαξε η ψυχή μου όταν κατανόησε πως όλα ήταν αιχμάλωτα στο πιλοτήριό μου και πως το πιλοτήριό μου ήταν αιχμάλωτο στα βότανα, στο υγρό της αμαρτίας και τελικά στην χρυσή καταραμένη σκόνη. Η ψευδαίσθηση ήταν η βασίλισσα της ύπαρξής μου. Το θάρρος ήταν ο μεγάλος δισταγμός και η υπομονή η μεγαλύτερη παρόρμηση. Η αγάπη ήταν το μεγαλύτερο μίσος και η μοναξιά η καλύτερη παρέα.
Οι βουτιές στο παρελθόν συνεχιστήκανε και οι ανακαλύψεις που έκανε η ψυχή μου ήταν όλο και πιο συγκλονίστηκες όλο και πιο σοκαριστικές.
Όσο η ψυχή μου σκάλιζε το παρελθόν, το πιλοτήριο έσερνε το κορμί μου στα σκοτεινά μονοπάτια του καταραμένου νησιού αναζητώντας το βασίλειο του θανάτου. Είχε δηλητηριάσει όλο το αίμα του κορμιού μου με την καταραμένη σκόνη τόσο που το αίμα επαναστάτησε και θέλησε να τρέξει έξω από το κορμί μου αφήνοντας την ψυχή μου ελεύθερη στο άγνωστο.
Όσο η ζωή έδινε την ανάσα της η ψυχή μου έβλεπε όλο και πιο πολύ την κόλαση να μεγαλώνει μπροστά στα μάτια της και ο θάνατος να της χτυπά την πόρτα όλο και πιο συχνά. Δεν καταλάβαινε όμως γιατί αργεί. Η καθυστέρηση την εξόργιζε και η ζωή γινότανε το μεγαλύτερο βασανιστήριο. Οι ψυχές πέφτανε νεκρές δίπλα της και το αίμα κυλούσε σε όλα τα μονοπάτια του καταραμένου αυτού νησιού. Οι κραυγές δυστυχίας ήταν οι μοναδικές μελωδίες που τρυπούσανε τα αυτιά και ράγιζανε την καρδιά της. Καμία ψυχή δεν μιλούσε. Καμία ψυχή δεν τολμούσε να σκεφτεί την ζωντανή απόδραση. Η μόνη ελπίδα που κυκλοφορούσε την μοίραζε ο θάνατος. Το μοναδικό ευχάριστο νέο ήταν άλλο ένα νεκρό κορμί και η απαλλαγή του από την κόλαση. Το μοναδικό όνειρο της κάθε ψυχής ήταν η όσο γίνεται μεγαλύτερη ποσότητα καταραμένης σκόνης, η όσο γίνεται μεγαλύτερη δηλητηρίαση του αίματος, η όσο γίνεται μεγαλύτερη αναισθησία της ψυχής.
Η ψυχή πλέον δεν μπορούσε όμως να μείνει αναίσθητη και δεν μπορούσε να το πει πουθενά. Απλά ικέτευε το τέλος, απλά προσευχότανε σε έναν θεό που δεν πίστευε στην ύπαρξή του να βάλει αυτός ένα τέλος. Απλά κουράστηκε να περιμένει την πεθαμένη ανάστασή της.
Απλά εξοργιζότανε που η σπίθα ήταν ακόμη δίπλα της και την ζέσταινε.
Απλά η θλίψη την έπνιγε μα δεν την σκότωνε. Απλά το όνειρο της φανέρωνε την ύπαρξή του και ο εφιάλτης κυρίευε τον ορίζοντα. Οι βουτιές στο παρελθόν φανέρωναν κι' άλλες αλήθειες και ο μετρημένος χρόνος κυλούσε προσθέτοντας λίγη ακόμη κόλαση στην ψυχή.
Ο θάνατος πλέον ήταν η ίδια η ζωή. Η ευτυχία ήταν η αντοχή της ψυχής στην δυστυχία. Η μεγαλύτερη φυλακή ήταν η λάμψη της σπίθας. Η μεγαλύτερη νίκη ήταν το καλωσόρισμα της επόμενης ήττας. Η μεγαλύτερη ελευθερία ήταν απόλυτη αιχμαλωσία στην ψευδαίσθηση. Το μεγαλύτερο καλό ήταν η γέννηση του επομένου κακού.
Τέλος η απόλυτη γαλήνη ήταν η οργή απέναντι στην λαμπερή σπίθα της ψυχής που συνέχισε βασανιστικά ήρεμη να λάμπει μέσα σε όλη την κόλαση του καταραμένου νησιού.
Ο μετρημένος χρόνος γέννησε τον αύγουστο και αυτός ο αύγουστος θα έπρεπε να ήταν ο τελευταίος της ύπαρξής μου. Πάντα κάτι έφερνε μαζί του και τώρα θα έπρεπε να φέρει το τέλος. Έπρεπε να απαλλάξει την ψυχή από την κόλαση. Έπρεπε να της χαρίσει τον θάνατο και να χαθεί στον επόμενο μετρημένο και αδιάφορο χρόνο.
Η ψυχή μου έτρεξε να δει τι της έφερε ο αύγουστος. Φοβότανε πλέον μην τυχόν και η καρδιά χτυπήσει για ακόμη ένα μαρτύριο, για λίγη ακόμη παράταση της κόλασης.
Η αγωνία της ψυχής ζούσε το μεγαλείο της. Η ψυχή πλέον κρεμιότανε από τα χείλη ενός αυγουστιάτικου ηλιοβασιλέματος που είχε κάτι λόγια να ξεστομίσει.
Χρησιμοποίησε την σπίθα  είπε ταράζοντας την ψυχή μου.
Λίγες ψυχές την έχουν. Είναι η σπίθα του πολεμιστή είπε και εξαφάνισε το χείλι του ρίχνοντας το ηλιοβασίλεμα μέσα στο σκοτάδι.
Ο αύγουστος είχε φέρει το τέλος. Είχε φέρει το τέλος της κόλασης και πήρε μαζί του όλη την τρέλα που κυρίευε το πιλοτήριό μου. Είχε φέρει σε λάθος εποχή την άνοιξη, είχε βάψει το σκοτάδι κόκκινο, είχε κλειδώσει την φυλακή μου στο κελί της, είχε ρίξει μια γέφυρα προς το όνειρο της ψυχής μου, είχε φέρει το μεγαλύτερο δώρο στην ψυχή μου. Της δώρισε την σοφία να κατανοήσει όλη την κόλαση που έζησε. Της δώρισε την σοφία και την δύναμη να μπορεί να εκτιμήσει και να αντέξει την ευτυχία που έφερνε ο αέρας μαζί του.
Της δώρισε την σοφία να καταλάβει πως η κόλαση και η δυστυχία αποκτούνται εύκολα στην ζωή. Η ευτυχία και ο παράδεισος δύσκολα κατακτούνται και άλλο τόσο πιο δύσκολα μπορεί μια ψυχή να αντέξει την ύπαρξή τους. Το μίσος τελικά είναι ο μονόδρομος για την αγάπη και η ψυχή μου είχε μισήσει τα πάντα που της είχε γνωρίσει η ζωή της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου