κάποτε που η εφηβεία μεθούσε την ζωή μου και η ανεμελιά πλημμύριζε τις μέρες μου ξύπνησα στις εννιά γενάρη ξημερώματα ταραγμένος σαν κάτι να ήθελε να μου πει ο χειμώνας σαν να ήθελε το κρύο να ζεστάνει το μοναχικό μου κορμί σαν να ήθελε κάποια μοίρα να μου πει μια ιστορία που άρχισε να γράφει. Η εφηβεία μου δεν έδωσε σημασία στην μοίρα αλλά η καρδιά μου ένιωσε το τσίμπημα της αγάπης και αγάπησε.
Βιώνοντας
θλίψη για την απώλεια της κατάθλιψης των εορτών ψάχνω να βρω καμιά ευχή
από αυτές που μου χάρισαν οι δικοί μου άνθρωποι. Ψάχνω μία ευχή από κείνες που λέγανε σου εύχομαι ευτυχία και γαλήνευε η καρδιά μου. Ψάχνω εκείνα τα χαμογελαστά πρόσωπα, που βλέποντάς τα χαμογελούσε και το δικό μου πρόσωπο. Ψάχνω
εκείνους τους φιλάνθρωπους που έδιναν από το κλεμμένο εισόδημα τους
στους άπορους και άστεγους και το κάνανε με τόση αληθοφάνεια που ράγιζε
το γυαλί της tv.
Κάποτε,
ξύπνησα μέσα σε ένα πρωινό Δευτέρας, γεμάτος άγχος από τον αγώνα με την
ώρα, γεμάτος πίεση από τους κατά φαντασία μου πελάτες μου, έβαλα το
κλειδί στην πόρτα του μαγαζιού μου καταφέρνοντας να το ανοίξω προτού
φύγει εκείνη η μορφονιά η ανάπτυξη.
Άνοιξα μία περσινή εφημερίδα, έτσι και αλλιώς πάντα τα ίδια γράφουν από
όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, έφτιαξα έναν σκέτο φραπέ με καλαμάκι
χιλιορουφηγμένο, κλαψούρισα απέναντι στους φακέλους με τους απλήρωτους
λογαριασμούς μου, θυμήθηκα να προσευχηθώ σε κάποιον θεό που μπορεί να
μου στείλει ένα καλύτερο μέλλον και ξαφνικά λίγο πριν με πιάσει η
κατάθλιψη από το παρρόν,yes !!!!! μπαίνει πελάτης!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Η
σιωπή ήρθε σήμερα τα χαράματα να με καλωσορίσει στο άπειρο της αγκαλιάς
της, ήρθε προτού μ΄αφήσει ο Μορφεύς από τα δεσμά του, ήρθε προτού το
άνοιγμα των ματιών μου αντικρίσει αυτή την Κυριακή. Ήρθε
ένας θάνατος, μαζί του ήρθε η θλίψη από τον θάνατο, η οργή μου για την
αιτία του θανάτου και η ταυτόχρονη ευγνωμοσύνη μου για την ανάσα που μου
δίνει το δικαίωμα να ζω, γίνανε οι καμπάνες που ξύπνησαν την σιωπή μου.
Μία φορά και έναν καιρό πάνω στην γη, η ζωή και ο κόσμος ήταν διαφορετικός. Ο
ήλιος μη έχοντας τίποτα να χωρίσει ξυπνούσε μαζί με το φεγγάρι, το
πράσινο ήταν τόσο ζωντανό που το άκουγες να μιλάει , η μέρα δρόσιζε το
όλο με την λαμπερότητα της, το όμορφο κόκκινο άνηκε στο σκοτάδι και το
όλο ήταν μαγικό. Τα
δέντρα τραγουδούσαν μαζί με τις λίμνες με κάτι νότες βγαλμένες από την
ψυχή της μαγικής φύσης, τα βουνά χορεύανε μαζί με τα κύματα σε
ασταμάτητους ρυθμούς , οι θάλασσες πότιζαν με το αλμυρό τους νερό τα
ποτάμια, ο χρόνος χωρίς να έχει κανένα νόημα σταμάτησε να δουλεύει, τα
όνειρα ανέμελα πετούσαν στους αστραφτερούς ουρανούς, δημιουργώντας όλα
μαζί ένα θεϊκό τοπίο.
Είναι κάποιες φορές που ότι και αν πω, ότι και αν γράψω δεν μπορώ να περιγράψω, αλλά ούτε και να απαντήσω σε αυτό το γιατί. Αυτό το γιατί που γεννάει άλλο ένα κάθε φορά που απαντώ στο προηγούμενο, νιώθοντας την οργή και την θλίψη να με πνίγουν. Αυτό το γιατί ρε; Γιατί ήπιες ; Και όσο και αν με πληγώνει αυτό το γιατί, ξέρω πως η απάντηση είναι γιατί έτσι !!!! Γιατί έτσι απλά, είμαι ναρκομανής και το μόνο που έμαθα καλύτερα να κάνω είναι να πίνω. Δεν θέλω τίποτα άλλο να γράψω........
Χωρίς
να θέλω να μπω σε θρησκευτικές αντιπαραθέσεις, χωρίς να θέλω να
φανερώσω και να υπερασπίσω τα δικά μου πιστεύω, χωρίς να με νοιάζει
ποιος από όλους είναι ο ένας και μοναδικός αληθινός Θεός, εγώ θέλω
σήμερα να τους ευχαριστήσω όλους!!!!!!!! Σήμερα δεν με νοιάζει ποιο είναι το όνομα τους, αλλά τους ευχαριστώ για τα δώρα τους.